Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2011

Πρώτη Δεκέμβρη ημερολόγιο ψυχής .

O χρόνος λένε κυλάει γρήγορα, δεν ξέρω , ίσως. Σαν όμως ο χρόνος κυλάει έχοντας χάσει κάτι, οτιδήποτε , από κάποιο αγαπημένο σου άτομο, μέχρι τη δουλειά, το σπίτι, τα δικαιώματά σου, μετά την πρώτη θλίψη, τη  στενοχώρια, την οργή ίσως, για το συχνά απρόσμενο αυτό γεγονός , για αυτή την σημαντική απώλεια ή και σημαντική αλλαγή στη ζωή ,τότε τα συναισθήματα σε κατακλύζουν.
Από την πλήρη  απελπισία,  την μη αποδοχή της απώλειας , την "σκοτεινή" ελπίδα ότι δεν μπορεί να συμβαίνει αυτό, μέχρι την άρνηση της συνέχισης της ζωής.
Διανύουμε μια εξαιρετικά τραγική και δύσκολη για όλους τους γύρω μας, αλλά και για μας τους ίδιους περίοδο, μέχρι να καταφέρουμε,αν ποτέ το καταφέρουμε να αποδεχθούμε το γεγονός. Ψάχνουμε ένα ψέμα να κρεμμαστούμε πάνω του,  να αρνηθούμε το γεγονός. Ανάλογα με το πόσο σημαντική και υπό ποιές συνθήκες συνέβει  αυτή η απώλεια, τα συναισθήματά μας ποικίλουν σε ένταση και βαρύτητα 

Χάνοντας κάτι αιφνιδιαστικά οι πληγές είναι μεγάλες και ανεπανόρθωτες συχνά,  και η διαδικασία  επαναδραστηριοποιησης φαντάζει μια ουτοπία, ίσως μάλιστα κι ένα μέρος του εαυτού μας  να πεθαίνει σε κάθε  σημαντική απώλεια ,    κάνει προσπάθειες να ζωντανέψει μα αυτό δεν είναι δυνατό και θα πρέπει να το αποδεχθούμε ...
....κανονικά έτσι θα έπρεπε μα τούτο δεν είναι εύκολο. Τα μαλλιά σου ασπρίζουν με τη μια , τα μάτια σου γεμίζουν ρυτίδες,  το δέρμα σου ξεραίνεται...Το ξαφνικό σοκ σου κόβει τα πόδια, σε καταβάλλει , καταρρέεις , θρήνος  βουβός, εύχεσαι να μην είναι τίποτα αλήθεια , απογοητευέσαι πρώτα απ΄όλα με τον εαυτό σου, μετά φοβάσαι , νομίζεις ότι δεν αξίζεις , δεν θέλεις να αποδεχθείς ακούς τη λέξη ανανέωση και νομίζεις ότι πρόκειται για κάποιο κακόγουστο αστείο...
....δεν θες να φας, δεν θες να κοιμηθείς, δεν θες να μιλησεις, ούτε καν να πλυθείς. 
 Θες να ελέγξεις τα πράγματα, μα δεν μπορείς, είναι πολύ πέρα από τις δυνάμεις σου , Κλαις βουβά δεν θες να λυπείς τους γύρω σου, όσα πριν σου δίναν χαρά τώρα είναι αδιάφορα, θες να τελειώνεις μα ξέρεις πως δεν πρέπει.
Ψάχνεις από κάπου να πιαστείς , μην σωριαστείς, να μην γκρεμοτσακιστείς, το σκέφτεσαι συχνά και παίρνεις ένα μολύβι κι ένα χαρτί ή ίσως ένα πληκτρολόγιο, μιλάς με έναν άλλο εαυτό για ότι πολύ αγαπάς  κι εκεί που γράφεις,, βρίσκονται δυο τρεις άγνωστοι άνθρωποι που διαβάζουν όσα λες και δίχως να σε ξέρουν σου λένε μια κουβέντα που σε ξυπνά από το λήθαργο....
.... δεν ξέρω πόσο θα κρατήσει αυτό, μα εγώ σήμερα πρωτομηνιά λέω, να σας ευχαριστήσω, όσους δίχως να το ξέρετε μου δώσατε μια κλωστή να κρατήθω ..


κάθε φορά που φτάνεις, όπου φτάνεις
είναι μονάχα για να βεβαιώσεις πως τούτος ο τόπος
είναι ο τόπος σου η αληθινή πατρίδα σου.....τ.τ.ν