Είναι μερικοί άνθρωποι που, όταν πέσει στα χέρια τους η χαρά, δεν ξέρουν
πως τους ανήκει.
Και σαστίζουν. Τη φέρνουν από δω, τη γυρνάνε από κει, ώσπου ανοίγουν
ένα λάκκο και τη θάβουν, όπως κάνουν με τα κόκαλα τα σκυλιά
.Από το βιβλίο «Σαν χειμωνιάτικη λιακάδα»
.Από το βιβλίο «Σαν χειμωνιάτικη λιακάδα»
…και ξαφνικά καταλαβαίνεις…
τώρα που δεν ξέρουν τι πρέπει να πούνε ,
τώρα που δεν έχουν τι άλλο να πούνε πια….
για ποια θάλασσα ,για ποιο καημό να μιλήσω
για κείνους που ταξιδεύουν.....
σε προσδοκίες που δεν ερμηνεύονται και που δεν έχουνε,
ούτε μπορούν να περιμένουν, τίποτα πια.
Πέτρωσε το βλέμμα μου
ταξίδι σταματημένο στο λιμάνι… νυχτιάτικα
τώρα που δεν ξέρουν τι πρέπει να πούνε ,
τώρα που δεν έχουν τι άλλο να πούνε πια….
για ποια θάλασσα ,για ποιο καημό να μιλήσω
για κείνους που ταξιδεύουν.....
σε προσδοκίες που δεν ερμηνεύονται και που δεν έχουνε,
ούτε μπορούν να περιμένουν, τίποτα πια.
Πέτρωσε το βλέμμα μου
ταξίδι σταματημένο στο λιμάνι… νυχτιάτικα
18/10/11
Σ' αυτές τις παραλίες, πάντα, περπατώ.
Κι ανάμεσα δειλινού και σκέψης…. που σβήνει τα χνάρια μου
ο άνεμος σκορπίζει τον αφρό της
κ’ η θάλασσα στη σκέψη μένει πάντα….
Κι ανάμεσα δειλινού και σκέψης…. που σβήνει τα χνάρια μου
ο άνεμος σκορπίζει τον αφρό της
κ’ η θάλασσα στη σκέψη μένει πάντα….
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου