Παρασκευή 8 Ιουνίου 2012

φωτογραφια από blogger



Παραμύθι πασπαλισμένο  με αλισάχνη ήταν .
Ξεκινούσε κάπως έτσι....
Μια φορά κι ένα καιρό  στα πολύ παλιά  τα χρόνια  ήταν ένα θαλασσοπούλι... παράξενο αυτό είναι αλήθεια , δεν έμοιαζε με κανένα άλλο απ΄όσα είχαμε αντικρύσει μέχρι τότε.
Δεν πετούσε πάνω από θάλασσες μόνο , μα σκαρφάλωνε σε βράχια και σε ψηλά βουνά. Προσεχτικά κι αθόρυβα αγνάντευε  με το πρώτο φως της αυγής  κατά το πέλαγος που περνούσαν οι θαλασσινοί.

Στόχευε έναν , άνοιγε διάπλατα τα φτερά του και με ορμή  κατέβαινε το βουνό φτάνοντας ως τ΄ακροθαλάσσι. Ήταν τόσο μεγάλο το έκταμα των φτερούγων του που χωρούσε όλη την Πλάση.Το πέταγμά του αντηχούσε στα Πέρατα  , ανέμιζαν σημαίες και ψιθύριζαν οι φυλλωσιές στο πέρασμά του. Έφτανε πάνω από ΄να τόπο μακρυνό και χόρευε το Θαλασσινό χορό του.
Τον Λάτρευαν οι καραβοκύριδες και τα ναύτοπουλα, τους έφερνε αγέρα καθαρό γιομάτο μυρωδιές θυμαριού , μελιού και αργριοτριαντάφυλλου, κι ύστερα σαν τους αποχαιρετούσε ορμούσε με μια δύναμη κατά τον ουρανό κι άρχιζε την ανάβαση με ταχύτητα πυρός .
 Στα φτερά του κουβαλούσε την αρμύρα και την απεραντοσύνη ,ναυτικές ιστορίες των θαλασσινών που συναντούσε ,που  τις αφηγούνταν  σε όσους είχανε αυτιά και μάτια για να δουν την τρυφερή  μα αντάρτικη καρδιά του.
 Για χιλιάδες χρόνια έκανε τούτο το ταξίδι  από τις ψηλές κορφές στη θάλασσα και πάλι κατά πάνω. Εκεί τον έβλεπαν μικρά παιδιά και λέγαν «τέτοιος θέλω να΄μαι κι εγώ» ταξιδευτής της θάλασσας -ταξιδευτής της σκέψης.

Μια μέρα απρόσεχτος και επιπόλαιος καθώς ήταν (όπως όλα τα γλυκά παιδιά)  παγιδεύτηκε σε ένα βαθύ πηγάδι  που ήτανε στην αυλή μιας άξιας βασιλοπούλας . Εκείνη τον αγάπησε και ήθελε να τον κρατήσει κοντά της ,να την συντροφεύει.  Πήρε λοιπόν και μια χοντρή ψαλίδα του κουτσούρεψε τα φτερά και κάθε μέρα πήγαινε εκεί τον τάιζε ,τον φρόντιζε , του στόλιζε το χώρο , τον είχε «μη βρέξει και μη στάξει.
Εκείνος λάτρεψε την βασιλοπούλα του, μα ήτανε θαλασσινός ,δεν τον χωρούσε το πηγάδι.
Κάπου -κάπου κατέβαζε το μαγγάνι η βασιλοπούλα με τον κουβά και τον ανέβαζε πάνω να δει το φως,  να μη  της μαραζώνει .
Τον άφηνε να πετά μέσα στο περιβόλι , μα τον καιρό τα φτερά του έγιναν δυσκίνητα και δεν μπορούσε να χαρεί τον ήλιο ,το φεγγάρι , τη θάλασσα και το βουνό.
Έρχόταν  μερικές φορές  κάτι μικρά πουλάκια , απ΄αυτά που φτάνουν ως τη θάλασσα , μα δεν τη ταξιδεύουν και του έλεγαν τί έβλεπαν στον «έξω κόσμο».
 Του λεγαν για την γαλήνη της θάλασσας ,για τις βαρκάδες των ερωτευμένων , για τις ώρες που μάνιαζε , του λέγανε για τα άτυχα γεγονότα και τα θλιβερά. Μα επειδή εκείνος βούρκωνε και γέμισαν τα ματάκια του τα στρογγυλά αλμυρές πέρλες , προτειμούσαν να μη του λένε πόσο δύσκολη έχει γίνει η εξευρεση τροφής , πόσο αδύναμα ήταν κι εκείνα .
   Περνούσαν έτσι οι μέρες ,οι μήνες τα χρόνια και το Θαλσσοπούλι μας  άρχισε να τυφλώνεται από τη σκοτεινιά  και την μαυρίλα. Η  γλυκιά βασιλοπούλα σαν στεριανή που ήταν δεν μπορούσε να νιώσει τη λαχτάρα , την έλλειψη ,την απουσία του πετάγματος , του αλατιού, του ιωδίου.
Έσπευδε λοιπόν να φέρνει όλα τα καλούδια στο θαλασσοπούλι μας  ,ότι πιο πολύτιμο είχε στο παλάτι της. ΄Έμενε μαζί του ως αργά ,του γλυκοτραγουδούσε πάιζοντας μαντολίνο κάτω απ΄τ΄αστρα.
Μα εκείνο ήτανε πουλί κι άνθρωπος δεν γινόταν , πάντα τις έλεγε "σε ευχαριστώ "
κι έκλεινε τα βλέφαρά του  να ονειρευτεί τα πέλαγα και τα κατάρτια πλοίων , όμως εψές καθώς φεγγοβολούσε η νύχτα , έβαψε τις αχτίνες του μεθυσμένου φεγγαριού με κόκκινο κοχύλι , γατζώθηκε με το ράμφος του πάνω τους με δύναμη,  και μ’ ένα πέταγμα σπειροειδές βγήκε από τα τρίσβαθα του νου .

 Γδάρθηκε μάτωσε , τα στρογγυλά του μάτια του είχαν σακατευτεί από το απύθμενο σκοτάδι  μα κείνος  εξανάγινε κείνο το πουλί που έβρεχε τις φτερούγες τους σε λεμονανθούς και αλμύρες,  που κουβαλούσε στα φτερά  όνειρα κυματιστά και  αλμυρές αλήθειες κι άρχισε να ίπταται με χάρη,  νικώντας τους  φόβους  του ,  πάνω από το Αιγαίο


Το παραμυθάκι το έγραψα για όλους τους θαλασσινούς και τις θαλασσινές που "ότι αγαπούσαν αρνήθηκαν..... τον τρόπο που δοκίμαζαν πηδώντας το κατάρτι, το μπούσουλα ,τη βάρδια τους και την πορεία στο χάρτη..."Επηρέασμένη από την δημοσίευση των στατιστικών στοιχείων στο blog Kapetanisses

Δεν υπάρχουν σχόλια: