Τετάρτη 27 Ιουνίου 2012



Το ταξίδι ήταν   σύντομο

Ίσα που πρόλαβε να χαραχτεί στο χάρτη

Και σ ‘ ένα κλικ  μιας κάμερας

 Στο σκοτεινό θάλαμο

τώρα κλωθογυρίζουν ρότες

Απ΄ότι εμπιστεύτηκα σε μέρες φωτεινές

 Στυφή μυρωδιά βρεγμένης καλαμιάς

Σε εικόνα από σέπια

Κι ο ήλιος μόλις είχε ανατείλει πέρα μακριά.

Τρίτη 19 Ιουνίου 2012

Antonia Charlie Mackesy



"...έμεινεν όμως στης καρδιάς τη θέση η ζωγραφιά..." N.Kαβαδίας William George Allum
Μια ζωγραφιά ξεπρόβαλλε σαν σε όνειρο στην οθόνη του υπολογιστή
ένα πλάσμα αρχέγονο μέσα από ταξίδια αιώνων
σαν αερικό πέρασε κι ένιωσα ανατριχίλα
από  γεγονότα κι όνειρα νοτισμένα
όπως τη θυμάμαι
"όπως σε θυμάμαι
σε ζωγράφισα"
σε στοίχισα
στης καλοζυγιασμένης μας
ζωής το ράφι
εμείς γι αλλού κινήσαμε
κι η πλεύση αιώνια αινιγματική



Στην άσφαλτο άσπρα σημάδια από ένα δάκρυ  το καταμεσήμερο

Στον τοίχο συνθήμα με μαύρο σπρέυ διεκδικεί   δικαίωμα στο όνειρο

Σε περίμενα εκεί στην Αιγιάλη πίσω απ΄το θολό τζάμι γράφωντας τα δευτερόλεπτα

Ξεπρόβαλλε τ΄ακρόπρωρο απ΄το Γαλαξιδιώτικο καράβι 

Μια μικρή σιωπή, μια ανάσα, στη ρότα του κυνηγώντας τους αέριδες

Έβγαινες μέσα από τα φουσκωμένα του πανιά ,ρώτησέ τα

απέραντα

Δευτέρα 18 Ιουνίου 2012




Λιώνει η αμμουδιά στο άγγιγμά του

Σε μακρινές στεριές

Μου ψιθυρίζει μέσα απ΄τις βελόνες του

Το πεύκο του καλοκαιριού

Μάτια κλειστά γητεύοντας

Τη λύσσα των ονείρων

Καθώς η θάλασσα εισβάλει

Στο φράχτη των ψυχών.

Τρίτη 12 Ιουνίου 2012





Ένας ήλιος –πιανίστας
 βυθίζει τις πορτοκαλένιες αχτίνες του
στα πλήκτρα της σιωπής  

  λευκά  φτερά ερωδιού αγγίζουν  το μπλε της νυχτιάς
Μελωδίες σε ουράνια παρτιτούρα 
Θα  ξεπροβάλλει η Αυγή
~~~~~~~~~~
 «Μη χάνεις το θάρρος σου εμείς πάντα το ξέραμε
πως δεν χωράει μέσα στους τέσσερις τοίχους
το μεγάλο μας όνειρο.»

Τασος Λειβαδίτης "Ερωτικό-Μη χάνεις το θάρρος σου"


  

Παρασκευή 8 Ιουνίου 2012

φωτογραφια από blogger



Παραμύθι πασπαλισμένο  με αλισάχνη ήταν .
Ξεκινούσε κάπως έτσι....
Μια φορά κι ένα καιρό  στα πολύ παλιά  τα χρόνια  ήταν ένα θαλασσοπούλι... παράξενο αυτό είναι αλήθεια , δεν έμοιαζε με κανένα άλλο απ΄όσα είχαμε αντικρύσει μέχρι τότε.
Δεν πετούσε πάνω από θάλασσες μόνο , μα σκαρφάλωνε σε βράχια και σε ψηλά βουνά. Προσεχτικά κι αθόρυβα αγνάντευε  με το πρώτο φως της αυγής  κατά το πέλαγος που περνούσαν οι θαλασσινοί.

Στόχευε έναν , άνοιγε διάπλατα τα φτερά του και με ορμή  κατέβαινε το βουνό φτάνοντας ως τ΄ακροθαλάσσι. Ήταν τόσο μεγάλο το έκταμα των φτερούγων του που χωρούσε όλη την Πλάση.Το πέταγμά του αντηχούσε στα Πέρατα  , ανέμιζαν σημαίες και ψιθύριζαν οι φυλλωσιές στο πέρασμά του. Έφτανε πάνω από ΄να τόπο μακρυνό και χόρευε το Θαλασσινό χορό του.
Τον Λάτρευαν οι καραβοκύριδες και τα ναύτοπουλα, τους έφερνε αγέρα καθαρό γιομάτο μυρωδιές θυμαριού , μελιού και αργριοτριαντάφυλλου, κι ύστερα σαν τους αποχαιρετούσε ορμούσε με μια δύναμη κατά τον ουρανό κι άρχιζε την ανάβαση με ταχύτητα πυρός .
 Στα φτερά του κουβαλούσε την αρμύρα και την απεραντοσύνη ,ναυτικές ιστορίες των θαλασσινών που συναντούσε ,που  τις αφηγούνταν  σε όσους είχανε αυτιά και μάτια για να δουν την τρυφερή  μα αντάρτικη καρδιά του.
 Για χιλιάδες χρόνια έκανε τούτο το ταξίδι  από τις ψηλές κορφές στη θάλασσα και πάλι κατά πάνω. Εκεί τον έβλεπαν μικρά παιδιά και λέγαν «τέτοιος θέλω να΄μαι κι εγώ» ταξιδευτής της θάλασσας -ταξιδευτής της σκέψης.

Μια μέρα απρόσεχτος και επιπόλαιος καθώς ήταν (όπως όλα τα γλυκά παιδιά)  παγιδεύτηκε σε ένα βαθύ πηγάδι  που ήτανε στην αυλή μιας άξιας βασιλοπούλας . Εκείνη τον αγάπησε και ήθελε να τον κρατήσει κοντά της ,να την συντροφεύει.  Πήρε λοιπόν και μια χοντρή ψαλίδα του κουτσούρεψε τα φτερά και κάθε μέρα πήγαινε εκεί τον τάιζε ,τον φρόντιζε , του στόλιζε το χώρο , τον είχε «μη βρέξει και μη στάξει.
Εκείνος λάτρεψε την βασιλοπούλα του, μα ήτανε θαλασσινός ,δεν τον χωρούσε το πηγάδι.
Κάπου -κάπου κατέβαζε το μαγγάνι η βασιλοπούλα με τον κουβά και τον ανέβαζε πάνω να δει το φως,  να μη  της μαραζώνει .
Τον άφηνε να πετά μέσα στο περιβόλι , μα τον καιρό τα φτερά του έγιναν δυσκίνητα και δεν μπορούσε να χαρεί τον ήλιο ,το φεγγάρι , τη θάλασσα και το βουνό.
Έρχόταν  μερικές φορές  κάτι μικρά πουλάκια , απ΄αυτά που φτάνουν ως τη θάλασσα , μα δεν τη ταξιδεύουν και του έλεγαν τί έβλεπαν στον «έξω κόσμο».
 Του λεγαν για την γαλήνη της θάλασσας ,για τις βαρκάδες των ερωτευμένων , για τις ώρες που μάνιαζε , του λέγανε για τα άτυχα γεγονότα και τα θλιβερά. Μα επειδή εκείνος βούρκωνε και γέμισαν τα ματάκια του τα στρογγυλά αλμυρές πέρλες , προτειμούσαν να μη του λένε πόσο δύσκολη έχει γίνει η εξευρεση τροφής , πόσο αδύναμα ήταν κι εκείνα .
   Περνούσαν έτσι οι μέρες ,οι μήνες τα χρόνια και το Θαλσσοπούλι μας  άρχισε να τυφλώνεται από τη σκοτεινιά  και την μαυρίλα. Η  γλυκιά βασιλοπούλα σαν στεριανή που ήταν δεν μπορούσε να νιώσει τη λαχτάρα , την έλλειψη ,την απουσία του πετάγματος , του αλατιού, του ιωδίου.
Έσπευδε λοιπόν να φέρνει όλα τα καλούδια στο θαλασσοπούλι μας  ,ότι πιο πολύτιμο είχε στο παλάτι της. ΄Έμενε μαζί του ως αργά ,του γλυκοτραγουδούσε πάιζοντας μαντολίνο κάτω απ΄τ΄αστρα.
Μα εκείνο ήτανε πουλί κι άνθρωπος δεν γινόταν , πάντα τις έλεγε "σε ευχαριστώ "
κι έκλεινε τα βλέφαρά του  να ονειρευτεί τα πέλαγα και τα κατάρτια πλοίων , όμως εψές καθώς φεγγοβολούσε η νύχτα , έβαψε τις αχτίνες του μεθυσμένου φεγγαριού με κόκκινο κοχύλι , γατζώθηκε με το ράμφος του πάνω τους με δύναμη,  και μ’ ένα πέταγμα σπειροειδές βγήκε από τα τρίσβαθα του νου .

 Γδάρθηκε μάτωσε , τα στρογγυλά του μάτια του είχαν σακατευτεί από το απύθμενο σκοτάδι  μα κείνος  εξανάγινε κείνο το πουλί που έβρεχε τις φτερούγες τους σε λεμονανθούς και αλμύρες,  που κουβαλούσε στα φτερά  όνειρα κυματιστά και  αλμυρές αλήθειες κι άρχισε να ίπταται με χάρη,  νικώντας τους  φόβους  του ,  πάνω από το Αιγαίο


Το παραμυθάκι το έγραψα για όλους τους θαλασσινούς και τις θαλασσινές που "ότι αγαπούσαν αρνήθηκαν..... τον τρόπο που δοκίμαζαν πηδώντας το κατάρτι, το μπούσουλα ,τη βάρδια τους και την πορεία στο χάρτη..."Επηρέασμένη από την δημοσίευση των στατιστικών στοιχείων στο blog Kapetanisses

Πέμπτη 7 Ιουνίου 2012

Ιστοσελίδα στα Βάσκικα και τα Καστελλάνο που παρουσιάζει με όμορφο και διαδραστικό τρόπο τα δικαιώματα των παιδιών. Τα βίντεο ίσως να έχουν πολλάπτλή χρησιμότητα Convención sobre los Derechos del Niño

En sintonía con el español

En sintonía con el español
Τμήμα της  ιστοσελίδας του Instituto Cervantes όπου κάθε μήνα δημοσιεύονται podcast's τα οποία μπορούμε να κατεβάσουμε στον υπολογιστή μας και να τα χρησιμοποιλησουμε.
Περιλαμβάνουν Ασκήσεις, κείμενα που μπορούμε να τα ακούσουμε , tips , καθώς και ένα ιστολόγιο.
Ελπίζω να είναι χρήσιμο.Μια ιδέα, στον πιό κάτω σύνδεσμο.
En sintonía con el españolModulo5

Μια μικρή πριγκίπισσα γεννημένη στις εφτά θάλασσες μπήκε ένα μεσημέρι ξυπόλυτη  στη βαρκούλα της , που είχε το χρώμα του δειλινού , κι άρχισε να’ αρμενίζει στο αρχιπέλαγος.

Ολόκληρες  χιλιετηρίδες  στα γαλανά νερά αρμένιζε,ακολουθώντας  την πορεία που έγραφαν οι προπέλες  των μεγάλων καραβιών, φορτωμένα  με  ταξιδιώτες  κι  εμπορεύματα . Φορτωμένα αγωνίες και λαχτάρες , έρωτες και λύπες , μελωδίες και ψυχές.

Τραγουδούσε κι εκείνη μέσα στη σιωπή της στα  δελφίνια  και  τα χελιδονόψαρα. Καρτερικά σαν έπιανε φουρτούνα απάγκιαζε  σε  θαλασσοσπηλιές.Ταξίδεψε σε μέρη μακρινά κι ονειρεμένα. Είδε ανθρώπους χαμογελαστούς , ανθρώπους σκυθρωπους. Έβλεπε  ανθρώπους λέφτερους , να προοδέυουν, κι άλλους καταπιεσμένους να μάχονται για την ανεξαρτησία τους. Παιδάκια με πρόσωπα γελαστά , παιδάκια πεινασμένα , έβλεπε γυναίκες στον αργαλείο να υφαίνουν  στρωσίδια και βούργιες και να γλυκοτραγουδούν " Πέτα σαΐτα μου γοργή πέτα χρυσό μου χτένι ..."κι άλλες φορές τις έβλεπε ντυμένες μες τα μαύρα να ρίχνουνε στη θάλασσα λουλούδια φαρμακωμένες από της μοίρα τους τα γραφτά.
Γνώριζε τους  κινδύνους,  του να ξανοίγεσαι στα πέλαγα μονάχος, μα ήταν τόση η λαχτάρα της και η θέλησή της να γνωρίσει τον κόσμο που την έκαναν πολύ γενναία.
Είχε το χάρισμα να διαισθάνεται τα γεγονότα ,λες και αυτά είχαν την δύναμη να αντηχούν στα πέρατα του κόσμου και να φτάνουν στο νου της. όταν ήταν να συμβεί κάποιο κακό το ένιωθε, το ζούσε και τότε έσφιγγε στα χέρια της ένα κοχύλι και μια πέτρα παρακαλούσε να πέσει το κακό στην απέραντη θάλασσα κι όχι στους ανθρώπους.
 Περνούσαν οι μέρες , περνούσαν οι μήνες κι εκείνη με το λευκό πανάκι της προσπαθούσε να νικήσει τους φόβους της , τους εφιάλτες της να γίνει πιο δυνατή και γενναία ωστε να μπορέσει να γυρίσει μια μέρα στο παλάτι της. Γιατί στο βασίλειό της μόνο όσες κατάφερναν να αντιμετωπίσουν το θεριό γινότανε βασίλισσες.

Μια μέρα συνάντησε  μια γλυκιά σειρήνα , πανέμορφη , εκλεπτυσμένη με όλες τις χάρες του κόσμου, είχε την ικανότητα να σκαρφαλώνει ψηλά , να αντιμετωπίζει με θάρρος τις δυσκολίες , είχε γλυκιά φωνή σαν γάργαρο νερό και γλυκοτραγουδούσε τόσο που σώπαιναν τα αηδόνια πολλες φορε΄ς μίλια μακριά. Της  ελλειπε όμως  η πιό σημαντική χάρη εκείνη που....που πότέ της δεν θα έβρισκε όσα τραγούδια γλυκά κι αν έλεγε.  Για το λόγο αυτό πολλές φορές κατέβαινε στα πέλεαγα κι όταν συναντούσε κάποιον με αυτή τη χάρη μεταμορφωνόταν σε θεριό , με δέκα πλοκάμια , άρπαζε τον άνθρωπο και τον φυλάκιζε μέχρι να καταφέρει να του αρπάξει την ΄χαρη. όμως πολλές φορές οι άνθρωποι προτειμούσαν να βουλιάξουν το βυθό παρά να τους αρπάξει εκείνη.
Έτσι έλεγαν οι παλιές , έτσι εξιστορούσαν οι γιαγιάδες γι αυτό κι άμα κανείς μπαρκάριζε του δίνανε για φυλαχτό ένα κοχύλι και μια πέτρα για να προτειμήσει να πνιγεί πανά να υποδουλωθεί. Αυτό της είχε δώσει και η δικιά της η γιαγιά σαν μπάρκαρε κείνη τη μέρα.
Η πριγκίπισσα θυμήθηκε ότι η γιαγιά τις είχε πει ,οι μνήμες εγιναν ταξιδευτές της σκέψης της , έσφιξε γερά τη σκότα στο ένα  χέρι μπας και κρατήσει την ψυχή της Στο άλλο το φυλαχτό της, εκείνο που η σειρήνα όσο πιο ψηλά  ανέβαινε τόσο έχανε.
 Πάλεψαν ίσως η πάλη να κράτησε αιώνες ή και έτη φωτός, η νεαρή πριγκίπισα  έχασε τα κουπιά της , η βάρκα της έμπαζε νερά , έχασε και το φως της ,μα δεν παραδίνόταν κρατούσε χερά στο χέρι της , της γιαγιάς τη ευχή,  και τότε η Ταξιδεμένη  μικρή   ψηλάφισε με τα μάτια  της ψυχής της το σκοτάδι κι έριξε στη θάλασσα  την πιο δυνατή  ευχή της  και γέμισε η θάλασσα γέφυρες απο  μοσχολούλουδα που εκείνη πια δεν έβλεπε , δεν μύριζε  μα λέγεται ότι όποιος περνάει από κείνο το σημείο τη βλέπει, την ακούει να εύχεται από ψυχής «» καλό ταξίδι στους ταξιδευτές.

Τετάρτη 6 Ιουνίου 2012

 
….ταξιδεύει η σκέψη
στη ζώνη των νηνεμιών εκεί που φλερτάρουν
χρόνια πέτρινα καλντερίμια κληματόβεργες
κι ένα παιχνίδισμα από φως Τόπου
ανασταίνουν τις σκέψεις
οραμάτων..αισθήσεων..πόθων,
χωρίς πλαστές συναλλαγές..
6/6/12/13:31
…ορθό στην αμμουδιά όπου σε φέρνουνε
στην πλάτη τους τα κύματα
απόκρυφα μηνύματα και τα καλέσματά τους
πιο πέρα κι από κει που φαντάστηκες
ταξιδευτή της θάλασσας πουλί
σταλμένο…6/6/12 10:51
πόση η ομορφιά μπορεί να χωρέσει,
σε μια και μόνη θύμηση ,λέγοντάς την με στίχους
πόση δροσιά σε μια μόνο σταγόνα ακούσματος βιολιού,
ήχου πένας χορδής κάτω απ’ τη σκέπη τ’ ουρανού
στο περβάζι ενός Τόπου
 λιγοστά χνάρια...απο 'να ταξίμι..
5 Ιουνίου 2012

…νοσταλγός των όσων διένυσα εποχές γεμίζοντάς τες ,
με Ταξιδευτή της Θάλασσας..
φορτωμένος με τ΄ανείπωτα σαλπάρει
όμως η ζωή μια άλλη όμορφη λέξη απεικονίζει..
μύθο γαλανό στο περβάζι τόπου

Δευτέρα 4 Ιουνίου 2012

Feliz Verano


"Entre mis manos hoy guardaré,

tu dulce sonrisa y tus besos sabor miel,

Soñaré con tus juegos de barcos de papel,

con tus muñecos de masa y tu cariño fiel.

Junto mis recuerdos hoy guardaré,

tu mirada tierna, que nunca olvidaré."

Παρασκευή 1 Ιουνίου 2012


ντυμένη τη σιωπή , στο περβάζι της η ελπίδα

μύθος γαλανός ,αβάσταχτα νοσταλγικός

μπερδεύοντας τους μήνες  

ο αλμυρός ανθός της  

ξεχάστηκε στην άκρη των βλεφάρων

φορτωμένο με τ΄ανείπωτα σαλπάρει το καράβι